ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΝΟΜΑΤΟΛΟΓΙΑ
Του Γεωργίου Καλλιώρα
Μέλους της Εραλδικής και Γενεαλογικής εταιρίας Ελλάδος
Πρόεδρου του πολιτιστικού συλλόγου Λυγαριάς
ΑΝΘΡΩΠΩΝΥΜΙΑ
Η ονομασία του ανθρώπου με ένα η περισσότερα ονόματα είναι πανάρχαιο και πανανθρώπινο φαινόμενο. Ήδη ο Όμηρος πιστεύει ότι η ανθρωπωνυμία είναι πανανθρώπινη συνήθεια. Ο Αλκίνοος ρώτησε τον Οδυσσέα πώς ονομάζεται, και γιατί πρέπει να έχει και αυτός, όπως όλοι οι άνθρωποι, κάποιο όνομα.
«Ούμεν γάρ τις πάμπαν άνώνυμός έστ’άνθρώπων ,ού κακός, ούδέ μέν έσθλός, έπήν τά πρvτα γένηται, άλλ’ έπί πάσι τίθενται, έπεί κε τέκωσι, τοκñες»[1].
Για τους Έλληνες κάθε ιστορική περίοδος έχει τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της ονοματοθεσίας της .
Στην ηρωική εποχή π.χ. επικρατούν τα ονόματα που εκθειάζουν την πολεμική ικανότητα (Μενεπτόλεμος, Μενεχάρης, Μενεσθεύς κ.λπ.) ενώ στην βυζαντινή περίοδο επικρατούν τα χριστιανικά ονόματα, τα ονόματα των αξιωματούχων της βυζαντινής αυτοκρατορίας κ.λπ.
Επειδή το βαπτιστικό όνομα δεν επαρκούσε για την διάκριση των ατόμων σε ευρύτερες κοινωνικές ομάδες , γι αυτό προέκυψε αρκετά νωρίς η ανάγκη να συνδέεται και το δεύτερο διακριτικό όνομα το σύγχρονο επώνυμο. Το σύγχρονο ονοματολογικό σύστημα της Ευρώπης φαίνεται ξεκίνησε από την Ιταλία στα μέσα του 16ου αιώνα και σίγουρα έχει τις πηγές του στο ρωμαϊκό και αρχαιοελληνικό σύστημα.
Στην ομηρική εποχή ως δεύτερο διακριτικό όνομα επικρατεί το πατρωνυμικό επίθετο. Έτσι ο Αχιλλέας είναι Πηλείδης (από τον πατέρα του) και Αιακίδης (από τον παππού του), ο Οδυσσέας προσονομάζεται Λαερτιάδης, ο Αγαμέμνονας Ατρείδης .
Στην κλασική εποχή με την παρακμή των παλαιών αριστοκρατικών γενών περιορίζονται και τα πατρώνυμα που δηλώνουν το γένος σε λίγα Αλκμαιωνίδαι, Αγίδαι, Ευμολπίδαι, Κυψελίδαι κ.λπ.
Επικρατεί τώρα ο συνδυασμός του βασικού ονόματος με την γενική του ονόματος του πατέρα αντί του πατρωνυμικού επιθέτου Σωκράτης Σωφρωνίσκου, Περικλής Ξανθίπου, κ.λπ. Μεγαλύτερη ακρίβεια εκφράζεται με την προσθήκη του επιθέτου που δηλώνει τον τόπο καταγωγής Θουκυδίδης Ολόρου Αλιμούσιος ή Κλέαρχος ο Λακεδαιμόνιος, Διόδωρος ο Σικελιώτης.
Άλλη μία κατηγόρια προσωνυμίων είναι αυτά που συνδέονται με κάποια ηθικά η σωματικά χαρακτηριστικά του ονομαζόμενου προσώπου στα βυζαντινά χρόνια: Ανδρέας (ανδρείος), Βασίλειος (του βασιλιά), Γεώργιος (γεωργός), Δημήτριος (Δήμητρα –γεωργός), Ευγένιος (ο ευγενής) κ.λπ. Τα παρωνύμια έπαιξαν μεγάλο ρόλο στον σχηματισμό των επωνύμων στην βυζαντινή και νεοελληνική περίοδο.
Της βυζαντινής εκφοράς έχουμε Θεόδωρος ο Αποστόλης (= Αποστόλου), Κωνσταντίνος ο Παναγιώτης (=Παναγιώτου). Συνέχεια αποτελούν τα νεοελληνικά Γεώργιος Βασιλείου, Ηλίας Πέτρου κ.λπ. όπου το δεύτερο κύριο όνομα χρησιμεύει ως επώνυμο. Η σύγχυση που μπορούσε να δημιουργηθεί με την εκφορά αυτή αποσοβήθηκε με την προσθήκη ενός παρωνυμίου που εξελίχτηκε σε επώνυμο Νικόλαος Πέτρο Τσαγκάρης.
ΒΑΦΤΙΣΤΙΚΑ
Βαφτιστικά από την αρχαία ελληνική παράδοση .
Αγαθοκλής, Αθηνά, Αλεξάνδρα, Δημοσθένης, Ηρακλής, Θεμιστοκλής, Ιππολύτη, Καλλιόπη, Λεωνίδας, Μελπομένη, Οδυσσέας, Ολυμπιάς κ.λπ.
Βαφτιστικά από την εκκλησιαστική παράδοση .
α) Βαφτιστικά από την Παλαιά Διαθήκη.
Αυτά τα ονόματα είχαν μεγάλη διάδοση τα πρώτα χριστιανικά χρόνια αλλά αργότερα περιορίστηκε η χρήση τους και εμφανίζονται σήμερα σποραδικά σε μερικά μέρη.
Αβακούμ, Αβραάμ (Αβράμης, Μαμής), Αδάμ (Αδάμος, Δάμος, Αδάμας, Αδαμάκης), Ανανίας (Νανιάς) , Δαβίδ (Δαβίδης , Δαβίθης) κ.λπ.
β)Βαφτιστικά ονόματα αγίων Αθανάσιος, Βασίλειος, Γεώργιος, Δημήτριος κ.λπ.
γ)Βαφτιστικά ονόματα εορτών και γενικά από την θρησκευτική ορολογία.
Αγαπητός (ιδού ο υιός μου ο αγαπητός), Άγγελος, Βαϊα, Δέσποινα, Κουνίτσα (εικόνα η όμορφη σαν εικόνα), Ευαγγελία, Ζωοπηγή (ζωοδόχος πηγή), Θεοφάνης (Θεοφάνια), Λάμπρος (Λαμπρή ), Πανάγια (Παναγία), Παράσχος (Παράσχου κύριε) κ.λπ.
Βαφτιστικά από την νεώτερη ελληνική παράδοση
α)Βαφτιστικά από ονόματα της βυζαντινής και νεώτερης ελληνικής ιστορίας.
Ακρίτας, Ασάνης, Βατάτζης, Βελισάριος, Βρανάς, Δούκας, Ερωτόκριτος, Καλογιάννης, Κατακουζινός, Κομνηνός, Λάσκαρης, Μοσχωνάς,Ολόβολος, Ράλλης, Ρωμανός, Σκαρλάτος, Φωκάς, Χουρμούζης κ.λπ.
β)Βαφτιστικά από ονόματα αξιωμάτων και τιμητικών τίτλων .
Αμιράς (ναύαρχος), Άρχοντας, Αφέντης, Δημοκρατία, Domina (Δόμνα ), Κοκόνα (τιμητική επίκληση διάσημων ή ευγενών γυναικών), Κράλης (βασιλιάς Καράλης), Κυρ (Κυρίτσης) , Ρήγας (βυζαντινός τίτλος για ξένους βασιλείς και ηγεμόνες) κ.λπ.
γ) Βαφτιστικά από ξένους λαούς.
Agnes Ανέζα , Amalie Αμαλία, Battista Μπατίστας, Bernardo Βερνάρδος, Domenico Δομένικος, Flora Φλόρα, Φλουρής, Francesko Φραντζέσκος, Francois Φραντζής, Giacomo Γιακουμάτος, Γιακουμής, Giorgio Τζορτζής, Giovanni Ζοάνος, Τζανής κ.λπ.
δ)Βαφτιστικά από γεωγραφικά ονόματα
Σύμφωνα με τα αρχαία ελληνικά πρότυπα Ηλείος, Θεσσαλός, Λύδος κ.λπ. δημιουργήθηκαν και τα νεώτερα χρόνια ανάλογα βαφτιστικά.
Αμερικάνα, Ασιανή, Κιρκασία, Αξιώτης (Ναξιώτης), Αγράφω, Αθήνα, Ανατολή, Βενετία, κ.λπ.
ΒΑΦΤΙΣΤΙΚΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΕΛΕΥΘΕΡΗ ΑΝΤΙΛΗΨΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ
Α)Βαφτιστικά από ονομασίες της περιβάλλουσας φύσης.
Αηδόνι (Αηδόνα), γεράκι (Γερακίνα, Γεαρακούλα), λιοντάρι (Λιονταρής), μέλισσα (Μελίσσω), Παγώνι (Παγώνης, Παγώνα), περιστέρι (Περιστέρα), τρυγόνι (Τριγώνα) κ.λπ.
Ανθος (Ανθή), γαρίφαλο (Γαρούφαλος, Γαρουφαλιά ), ζουμπούλι (Ζουμπούλης . Ζουμπούλια), μηλιά (Μηλιά , Μηλιώ), ροδιά (Ροδιά, Ροδούλα ), τριανταφυλλιά (Τριανταφυλλιά, Τριαντάφυλος) κ.λπ.
Ασήμι (Ασημής, Ασήμω ,Ασημίνα κ.λπ.), διαμάντι (Διαμαντής, Διαμαντάρας, Μαντής , Διαμάντω κ.λπ.) ζαφείρι (Ζαφείρης, Ζαφείρα, Ζαφειρία κ.λπ.), μάλαμα (Μάλαμας , Μαλάμω κλπ), σμαράγδι (Σμαράγδα ,Σμαράγδω ), χρυσάφι (Χρυσάφης ), χρυσός (Χρύσος, Χρυσούλα, Χρύσω κ.λπ), αστέρι (Αστέρω, Αστέριος), αυγή (Αυγή ,Αυγούλα, κ.λπ)
Βαφτιστικά που βασίζονται σε σωματικές ή ψυχικές ιδιότητες.
Άσπρος (Ασπρούλης, Ασπρούλα), λυγερός (Λυγερή), μελαχρινός (Μελαχρινή) , ξανθός (Ξάνθος, Ξανθός, Ξανθή, Τσιάνης κ.λπ.), αγαθός (Αγαθή, Αγάθω ), γλυκύς (Γλυκιά ,Γλυκερία ) κ.λπ.
Ευχετικά βαπτιστικά. Προϋποθέτουν ευχή των γονέων ή του αναδόχου .
Ζήσης (Να ζήσει.), Πολυζώης (πολύ ζωή να έχει ), Πανταζής (πάντα να ζει).
Στην Πίνδο το θηλυκό όνομα Αγόρω (αγόρι ) δίνεται σε κορίτσι που αναμενόταν ύστερα από την γέννηση σειράς κοριτσιών να γεννηθεί αγόρι. Τον ίδιο ρόλο παίζει και το Σταμάτα για να (σταματήσουν)) να γεννιούνται θηλυκά: Θέμελης ,Θεμελής (να θεμελιώσει από το τούρκικο temelli –θεμέλιο), θεμελιωμένος: Καλομοίρης (καλή του μοίρα).
ΕΠΩΝΥΜΑ
Τα επώνυμα διακρίνονται σε
πατρωνυμικά,
μητρωνυμικά,
ανδρωνυμικά,
εθνικά,
επαγγελματικά,
παρωνύμια
και ψευδώνυμα.
(([2]Πατρωνυμικόν μέν ουν έστι το κυρίως άπό πατρός έσχηματισμένον ,καταχραστικώ δέ καί το άπό προγόνων , οίον Πηλείδης ,Αίακίδης ο Άχιλλεύς))
Στην αρχαία Ελληνική τα πατρωνυμικά σχηματίζονται είτε απλούστερα με την γενική του ονόματος του πατέρα (Περικλής Ξανθίππου ) είτε με διάφορα παραγωγικά επιθέματα που προσαρτώνται στο όνομα του πατέρα (Κρονίδης, Νεστορίδης, Πριαμίδης Κρονίων, Ασκληπιάδης, Λαερτιάδης κ.λπ.) ή του γενάρχη (Αιακίδαι , Αλκμαιωνίδαι).
Στην νέα Ελληνική η πατρωνυμική σχέση εκφράστηκε αρχικά με την γενική του ονόματος του πατέρα ύστερα από τον προσδιορισμό γιος , κόρη κ. λπ .ο Μιχάλης ο γιος του Μελέτη και έπειτα ο Μιχάλης του Μελέτη.
Η πατρογονική γενική διαφυλάχτηκε σε ορισμένα επώνυμα (Γεώργιος Ιωάννου, Νικόλαος Αντωνίου), στα περισσότερα όμως που κράτησαν τον λαϊκό τους χαρακτήρα μετατράπηκε σε ονομαστική Αποστόλης (αντί Αποστόλου), Αργύρης, Λουκάς κ.λπ. Σπανιότερα είναι τα πατρωνυμικά που βασίζονται σε σύνθεση Κωστοσήφης (ο Κώστας του Σήφη), Πολογιώργης (ο Γιώργος Πολάκης).
Ο κύριος όγκος των πατρωνυμικών ένα βαπτιστικό όνομα (αλλά δευτερευόντως και οποιαδήποτε άλλη βάση) στο οποίο προστίθενται παραγωγικά επιθήματα: Από Γεώργιος: Γεωργάκης, Γεωργακάκης, Γεωργακόπουλος, Γεωργαλάς, Γεωργαράκης, Γεωργάς, Γεωργάτος, Γεωργάτσος, Γεωργέλης, Γεωργής, Γεωργιάδης, Γεωργιλάς, Γεωργίου, Γεωργιτσέας, Γεωργίτσης, κ.λπ.
Βάγια τα =η γιορτή: Βαγιανός, Βαϊνέλης,
Λαμπρή: Λαμπρινός, Λάμπρος, Λαμπράκης.
Κανάκι , το =χάδι: Κανάκης.
Ορισμένα νεοελληνικά πατρωνυμικά βασίζονται σε βαπτιστικά ξένων γλωσσών από τις οποίες ήρθε σε επαφή η γλώσσα μας,
Τούρκικα (Μουράτογλου , Μουρατίδης), αρβανίτικα (Γκίνης =Γιάννης, Γκιόκας =Γιώργος), βλάχικα (Ζιάνας =Γιάννης, Μίσιος και Μίσιας =Μιχάλης, Σόκος=Θανάσης, Τσέλιος=Στέριος), σλαβικά (Κόλιας=Νικόλαος , Φίλτσος=Φίλιπος) κ.λπ.
Μητρωνυμικά
Είναι τα επίθετα που βασίζονται στο όνομα της μητέρας :Κώστας Ελένης, δηλ. ο Κώστας της Ελένης. Τα μητρωνυμικά ήταν πολύ σπάνια στην αρχαία Ελλάδα. Ο Απόλλωνας από την μητέρα του Λητώ ονομαζόταν Λητοϊδης, Λητογενής, Λητόιτος ενώ Μαιάδας ονομάζονταν ο Ερμής ως γιος της Μαίας.
Τα μητρωνύμια εμφανίζονται σε κοινωνίες που μητροκρατούνται, π.χ. οι Λύκιοι της Μικράς Ασίας όπως μας πληροφορεί ο Ηρόδοτος (1,73), και ο Ηρακλείδης ο Ποντικός (C.MULLER , FRAGM. HIST. GRAEK . 2, 217, XV). Το μητριαρχικό δίκαιο των Λυκίων φαίνεται να συνεχίζεται και στα μεσαιωνικά χρόνια , γιατί ο Νικόλαος Δαμασκηνός (C.MULLER , ό.π. 3,461, CXXIX) αναφέρει ότι "Λύκιοι τάς γυναίκας μάλλον η τους άνδρας τιμώσι και καλούνται μητρόθεν , τας τε κληρονομίας ταίς λείπουσι , ου τοίς υιοίς".
Ως υπολείμματα των Λυκίων θεωρεί ο Σ. Λάμπρος νεοελληνικά μητρωνυμικά που συγκέντρωσε στο Λιβίτσι της Λυκίας και στο Καστελόριζο και πιστεύει ότι τα μητρωνυμικά αυτά μαρτυρούν την επίδραση του αρχαίου μητριαρχικού δικαίου των Λυκίων στους Έλληνες της Λυκίας .
Οι λόγοι για τους οποίους επιβάλλεται το μητρωνυμικό αντί του πατρωνυμικού είναι πολλοί και ποικίλοι αυτό συμβαίνει π.χ. όταν η μητέρα στην κοινωνία λόγω της δραστηριότητας και της προσωπικότητάς της, της καταγωγής της , λόγω μακρόχρονου ξενιτεμού του πατέρα ή χηρεία της μητέρας κ.λπ. Επίσης ένας καταπιεσμένος σώγαμπρος μπορεί να πάρει το όνομα της γυναίκας του Μάρως (Μάρως ή Μαρόπουλος) ή της πεθεράς του Λαφαρούς (Γιωρτς τς Λαφαρούς, Πόντος).
Στα Τρίκαλα της Κορινθίας ο σώγαμπρος έπαιρνε και δεύτερο όνομα από τη σύζυγό του: ο Μάριος, ο Φωτεινός , ο Ελένιος, ο Γαρουφαλιός κ.λπ.
Μητρωνυμικά συναντάμε σε όλες τις περιοχές της Ελλάδος .
Αλλά και στην βυζαντινή περίοδο συναντάμε μητρωνυμικά ονόματα π.χ. Λεόντειος ο Παυλίνης, Ιωάννης ο Βαλεριανής κ.λπ. Σε βυζαντινά έγραφα συναντούμε επώνυμα , όπως Ιωάννης της Ράπτισας, Λέων της Μαρίας, Δημήτριος της Καλογραίας, Παπά Δημήτριος της Ευδοξίας κ. λπ.
Στα μητρωνυμικά έχουμε τις εξής κατηγορίες:
α) Μητρωνυμικά που βασίζονται στο βαπτιστικό της μητέρας :Αγγελίνας , Άννας , Ασημίνας , Βερονίκης,
Γαρουφαλιάς, Γερακίνης, Ελένης, Ζαμπέλας, Ζαμπέτας, Κατίνας, Λελούδας, Μυρσίνης, Νικολίτσας, Παγώνας, Σμαραγδής, Σουμέλας, Σπεράντζας, Τασούλας, Χαιδος, κ.λπ.
β) Μητρωνυμικά που βασίζονται στο ανδρωνυμικό της μητέρας, που με την σειρά του μπορεί να βασίζεται 1) στο βαπτιστικό του άντρα της:Αλέξαινας, Βασίλαινας , Γιώργαινας κ.λπ.2) στο παρωνύμιο του άντρα της: Γλαβίνας , Ζωγραφίνας, Καρατζίνας , Παπαδίτσας κ.λπ.
γ) Μητρωνυμικά που βασίζονται στο επάγγελμα της μητέρας η του άντρα της: Γιατρούδενας, Καλογραίας, Μακαρονούς, Μαμμής, Παπαδιάς, Τσαγκαρίνας, Τσιγαρούς κ.λπ.
δ) Μητρωνυμικά που δηλώνουν την καταγωγή της μητέρας: Αμουργιανής, Αραπίνης ,Βλάχας, Γυφτούδας, Γύφτσας, Λιάπαινας κ.λπ.
ε) Μητρωνυμικά που δηλώνουν ελάττωμα της μητέρας: Βουβής, Καμπούρας, Χοντρολένης κ.λπ.
στ) Μητρωνυμικά που δηλώνουν βαθμό συγγενείας: Βάβους, Γιαγιάς, Μαννάκας, Νυφούδης κ.λπ.
Ανδρωνυμικά
Πρόκειται για ονόματα γυναικών που βασίζονται στο βαπτιστικό, επώνυμο ή παρωνύμιο κ.λπ. Του ονόματος των αντρών τους και αποτελούν μία πρόσθετη επωνυμία κοντά στο βαπτιστικό όνομα.
Από τη βυζαντινή περίοδο είναι γνωστά ορισμένα ανδρωνυμικά σε –εα (Κουβικουλαρέα, Σπαθαρέα, Ανδρονικέα ) και –ινα (Μαρία Αγγελίνα ), Δούκαινα Παλαιολογίνα κ.λπ.
Τα νεοελληνικά ανδρωνυμικά σχηματίζονται με την γενική του ονόματος του συζύγου (η Αγγέλλω του Κακριδά) και με διάφορα παραγωγικά επίθετα , π.χ.-αινα (Κώσταινα, Γιάνναινα, Τζαβέλαινα), -ινα (Θοδωρίνα , Περικλίνα , Λασκαρίνα , Μπουμπουλίνα ), –ου (Νικολού, Παυλού, Μιχαλού, Πεταλού ), -ισσα (γιάτρισσα , μαστόρισσα = η γυναίκα του γιατρού ,του μάστορα ) κ.λπ.
Εθνικά
Σύμφωνα με τον Διόνυσο τον Θράκα (εκδ.G. Uhling) «εθνικόν έστιν το έθνους δηλωτικόν, ως Φρύξ, Γαλάτης» τα ονόματα αυτά που σχηματίζονται από ονόματα χωρών πόλεων κ.λπ.
Από τα κλασικά χρόνια και αργότερα μεγάλη χρήση των εθνικών ονομάτων:Εκαταίος ο Μιλήσιος , Απολλώνιος ο Τυανεύς, Κόιντος ο Σμυρναίος κ.λπ.
Τα βυζαντινά παρωνύμια που προϋποθέτουν εθνικό όνομα συγκαταλέγονται ανάμεσα σε άλλα και τα εξής: Αρμενιάκος, Βούλγαρος, Καππαδόκης, Φράγκος, Καλυβίτης (Καλύβη ,πόλη της Μακεδονίας), Λιβανίτης (Λίβανα , πόλη της Συρίας), Κομνηνός (Κόμνη Ανδιανουπόλεως), Λεκαπηνός (Λέκαπα Καππαδοκίας), Γαβαλάς (Γάβαλα Συρίας) κ.λπ.
Τα νεοελληνικά εθνικά επώνυμα σχηματίζονται συνήθως με αρχαιοελληνικά η αρχαιότερης καταγωγής επιθήματα και σπανιότερα με ξένα: Αθηναίος, Θηβαίος, Κερκυραίος, Μυτιληναίος.
-ανός/ιανός Αμοργιανός (Αμοργός), Καλαματιανός, Κουταλιανός (Κούταλη Προποντίδας), Σφακιανός , Ψαριανός κλπ., –ηνός Αδραμυττηνός, Ζακυνθινός.
–ινός Αραβαντινός (Αραβάντι), Καστρινός, Πυλαρινός (Πύλαρος Κεφαλονιάς).
–ίτης Βαλαωρίτης (Βελεώρα Ευρυτανίας ), Δολιανίτης (Δολιανά).
-αϊτης (Μοραΐτης) Χρυσαΐτης (Χρυσό Παρνασίδος).
–ιάτης Κορφιάτης, Μανιάτης.
–ιώτης Αγραφιώτης , Βαρβιτσιώτης (Βαρβίτσα Αρκαδίας), Γαρδικιώτης (Γαρδίκι).
Βενετσιάνικα η ιταλικά είναι τα επιθέματα
–άνος/-ιάνος και –έζος: Βενετσιάνος, Πρεβεζάνος, Σισιλιάνος, Γενοβέζος.
Σλαβικό είναι το –ιάνος στα Βοστιτσιάνος, Ζαβιτσ(ι)άνος, λατινικό στο Σακαριτσιάνος (Σακαρέτσι Βάλτου)κ.λπ.
Τούρκικο είναι το επίθεμα –λής /λης: Βελεστινλής, Κοκοσλής (Κοκόσι =Κιλκίς) Δράμαλης, Κόνιαλης (Κόνια =το Ικόνιο), Μπρούσαλης και Προύσαλης (Προύσα).
Ορισμένα από τα εθνικά πού προσδιορίζουν ξένους λαούς που ήλθαν σε επαφή με τους Έλληνες μπορεί να ήταν αρχικά παρατσούκλια :Αλαμάνος (Αλαμανούς του Βυζαντίου, Γεφύρι της Αλαμάνας κ.λπ), Αμερικάνος, (Έλληνας μετανάστης από την Αμερική), Ατζέμης (Πέρσης), Βούλγαρος / Βούλγαρης (μεσαιωνικό Βούλγαρης «βυρσοδέψης , επεξεργαστής η πωλητής δέρματος» που δήλωσε και το έθνος των Βουλγάρων ως παραγωγών και εξαγωγέων δέρματος ), Γερμανός (σημαίνει και ξανθός), Εγγλέζος/Ιγγλέζης , Ζεΐμπέκος (τουρκικό φύλο στα περίχωρα της Σμύρνης), Καραγκούνης (κάτοικος του θεσσαλικού κάμπου), Καρακατσάνης, -ος (Σαρακατσάνος).
Εθνικό ως επώνυμο μπορεί να προκύψει με την προσθήκη ενός -ς σ’ ένα τοπωνύμιο: Αϊδίνης, Βαλαώρας, Γκούρας (Γκούρα Φθιώτιδος), Γρανίτσας (Γρανίτσα Ιωαννίνων) κ.λπ.
Επαγγελματικά
Δήλωναν αρχικά επάγγελμα η αξίωμα , αλλά γρήγορα καθιερώθηκαν ως επώνυμα , καθώς διευκόλυναν τη διάκριση ατόμων με το ίδιο όνομα σε κλειστές ιδίως κοινωνίες. Εκφέρονται κανονικά στην ονομαστική (Αμπελάς, Γούναρης ) και σπάνια στη γενική (Ιατρού, Οικονόμου).
Τα επαγγελματικά ονόματα εμφανίζονται ήδη από τα αρχαία χρόνια (Αιπολός, Βουκόλος, Ακέστωρ <γιατρός>, Ναυπηγός ) και πολλαπλασιάζονται στα βυζαντινά χρόνια: Αμπελάς, Λαχανάς, Ζωναράς, Καμπανάρης, Γραμματικός, Παλαιολόγος (που ασχολείται με τα παλιά). Μια μεγάλη κατηγορία βυζαντινών επαγγελματικών ονομάτων περιλαμβάνει ονόματα κοσμικών και εκκλησιαστικών αξιωμάτων: Δομέστικος, Δούκας, Λογοθέτης, Νοταράς, Σχολάριος (σωματοφύλακας του αυτοκράτορα).
Αρκετά από τα βυζαντινά επαγγελματικά που προσδιορίζουν εκκλησιαστικά αξιώματα διατηρήθηκαν έως σήμερα είτε ως αξιώματα είτε ως επώνυμα χάρη στην εκκλησιαστική παράδοση: Δομέστιχος, Έξαρχος, -άκος, -ίδης, -όπουλος, Ευταξίας (ο επί <της ευταξίας> της εκκλησίας).
Τα πιο συνηθισμένα παραγωγικά επιθήματα για τον σχηματισμό των νεοελληνικών επαγγελματικών είναι τα -άρης και ας.
–άρης:Αρκουδάρης, Γελαδάρης.
–ας Ασβεστάς, Βαγενάς (βαρελάς).
Τα περισσότερα από τα ξένα επαγγελματικά που πέρασαν στη γλώσσα μας έχουν τούρκικη καταγωγή:
Αλμπάνης –οπουλος και Ναλμπάνης (nalbant πεταλωτής) .
Ορισμένα από τα επαγγελματικά τουρκικής προέλευσης δηλώνουν αξίωμα: Βεζίρης , Δερβέναγας, Ζαΐμης, Κεχαγιάς .
Το παραγωγικό επίθημα των επαγγελματικών τουρκικής αρχής είναι το –τζής /-τσής (-ξής ), Αλτιντζής –όγλου (altinci χρυσοχόος ) Πεσμαζόγλου (pestamalci κατασκευαστής και πωλητής πετσετών μπάνιου).
Από τα ξένα επιθέματα επαγγελμάτων εκπροσωπούνται με περιορισμένα παραδείγματα τα ιταλικά –iere (Καροτσιέρης, Κασιέρης, Μπαρμπέρης.κλπ) και -oro (Σπαγγαδόρος).
Παρωνύμια
Αποτελούν το κύριο όγκο των επωνύμων και προέρχονται από χαρακτηρισμούς των παρονομαζομένων που βασίζονται, σε σωματικές, πνευματικές, ηθικές και άλλες ιδιότητες . Ο Μ. Τριανταφυλλίδης χρησιμοποιεί τον όρο παρατσούκλι. Την λέξη παρωνύμιο την συναντάμε και σαν πινόμι, πινομή, παραγκώμι, προσονείδιν (ποντιακό), περιγέλιο, σουσούμι κ.λπ. Οι βυζαντινοί χρησιμοποιούσαν τις εκφράσεις: την κλήσιν, την επίκ-λησιν, το επίκλην, τουπίκλην, την επωνυμία,το επώνυμον, την προσηγορία, τούνομα έχων παρωνύμιο φέρων κ.λπ. Οι αρχαίοι Έλληνες χρησιμοποιούν για το παρωνύμιο τον όρο επίθετον. Το παρωνύμιο ορίζεται από τον Διονύσιο τον Θράκα ως εξής: «παρώνυμον δε έστι το παρ’ όνομα ποιηθέν, οίον θέων».
Τα αρχαία παρωνύμια αναφέρονται σε σωματικές ιδιότητες (Γάστρων, Γνάθων, Δόναξ, Κεφάλων, Μέτωπος).
Σε ψυχικές ιδιότητες: (Δέξιος, Μαργίτης, Βίαιος, Πράος κ.α.), σε παρομοιώσεις με ζώα: (Αμνός, Γρύλος, Δράκων, Ιέραξ, Μέλισσος κ.α.) και φυτά: (Άλατος, Καρδάμα, Κρόκοςκ.α.) στην ημέρα της γέννησης (Ανθεστήριος, Λήναιος, Πανιώνιος, Σωτήριος κ.α.)
Στα βυζαντινά χρόνια και ιδιαίτερα από τον 9ον αιώνα και εξής δημιουργούνται πολλά παρωνύμια που χρησιμοποιούνται ως βυζαντινά και νεοελληνικά οικογενειακά ονόματα :Γρηγόριος ο Πτερωτός, Βάρδας ο Πλατυπόδης, Βασίλειος ο Πετεινός κ.α. Πολύ γνωστά βυζαντινά παρωνύμια είναι λ.χ. τα Βαρβάτος, Μυστάκων , Μουρζουφλός.
Η κατάταξη των παρωνυμίων γίνεται με τα εξής κριτήρια:
Α)Σωματικές ιδιότητες: Βεργής , Βραχνός, Ζερβός, Καμπούρης κ.α.
Β )Ψυχικές , πνευματικές,ηθικές ,και άλλες ιδιότητες: Αγέλαστος, Βιαστικός, Θλιμμένος, Κοιμήσης, Λεβέντης, Τεμπέλης, Κατεργαράκος, Νταής, Νυστάζος κ.α.
Γ) Παρομοιώσεις με ζώα: Αλεπουδέλης, Γάτος, Ζυγούρης, Λύκος, Ποντίκης, Τσάκαλος, Γκιόνης, Κίρκος κ.α.
Δ) Παρομοιώσεις με φυτά: Βλιτάς, Γαρούφαλος, Καρπουζάς, Πιπέρης, Ρεβίθης κ.α.
Ε) Αντικείμενα καθημερινού βίου: Βελέντζας, Δακτυλίδης, Κουλούρας, Λαγάνας, Ταγάρης κ.α.
ΣΤ) Καιρός και χρόνος: Βοριάς, Γρέκος, Σορόκος, Κατσιφάρας, Χιόνης κ.α.
Ζ) Συγγένεια και ηλικία: Αφεντάκης, Εγγονόπουλος, Κανακάρης, Ορφανός, Παπούλιας, Πατέρας –άκης .
Η ) Φράσεις (που συνήθιζε ο παρονομαζόμενος) Καλλιώρας, Καλώστος, Καληνύχτας, Σιαπέρας κ.α.
Ονόματα από τις διάφορες ελληνικές διαλέκτους
Αμαντος =(Χίος,άμαντος=μαμμόθρεφτος), Βώκος (ποντιακό βώκος =ηλίθιος), Ζυβρακάκης (Κρήτη ζυμπραγός από δίδυμος από αρχ.συμπραγής), Κοθρής (διαλ.κοθρής –ζητιάνος από κοθρί[3] –κομμάτι ψωμί), Λιάρος (Ασπρόμαυρος, για ζώα), Μάντακας (Κρήτη, τσιμπούρι των ζώων), Πατακός (Κρήτη, μικρόσωμος και άσχημος από αρχ.πάταικος), Ροίδης (ρόγι δοχείο με στενό άνοιγμα), Σαχτούρης (μεσν. σακτούρα –είσος καϊκιού), Συγγρός (διαλ.τσιγρός-αδύνατος,αρρωστιάρης), Τσουδερός (Κρήτη,τσουρίζω=τσουτσουρίζω), Χουρμούζης (χουρμούζη=είδος μαργαριταριού από το νησί Χορμούζ στην είσοδο του Περσικού κόλπου).
Τούρκικα
Ασλάνης,-ιδης,-ογλου, aslan λιοντάρι.
Βερέμης, verem χτικιάρης,φυματικός, Γιαβάσης, yavas αργός, Γιαμαλής, yamali μπαλωμένος, Δερβίσης, derviw μοναχός,φτωχός, Δογάνης, dogan γεράκι, Ζαρίφης, zarif κομψός χαριτωμένος, Καραμπάσης, karabaw μαυροκέφαλος, δηλ.παπάς, Λαφαζάνης lafazan φλύαρος
Αρβανίτικα
Κέπας =κρεμμύδι, Κριεζής= μαυροκέφαλος, Κριεκούκης =κοκινοκέφαλος, Λέπουρας =λαγός, Μπόκουρας =όμορφος, Μπούρας =γενναίος, Σκούρτης =κοντός, Τσάλας =κουτσός, Φουρίκης =κοτέτσι.
Βλάχικα
Γκίζας =μυζήθρα, Δάλας= ξινόγαλο, Μπίμπας =πάπια, Πίσας=γάτα, Σούρδος =κουφός- βλάκας, Τσάρας=γη
Ψευδώνυμα
Είναι τα πλαστά ονόματα που χρησιμοποιούν οι συγγραφείς καλλιτέχνες , ηθοποιοί αλλά και κακοποιοί για λόγους ψυχολογικούς κοινωνικούς κ.λπ. Είναι ονόματα που τα διαλέγουμε και δεν μας τα επιβάλουν οι άλλοι.
[1] Οδύσσεια, Θ 552 κ.ε.
[2] Στη γραμματική του Διονυσίου του Θράκα (εκδόσεις G.Uhlig , Grammatiki Ggaeci 1883)
[3] Κόθρος >Κομμάτι ψωμί.
Δείτε τον πρόλογο.
Αρχή σοφίας η των ονομάτων επίσκεψις
Η Νύχτα Μετά #3
Πριν από 3 χρόνια
1 σχόλιο:
Καλημέρα θα ήθελα να συμπληρώσω τις πηγές της ανάρτησης που εκ περιτροπής δεν έχουν καταχωρηθεί.
Βιβλιογραφία Συμεωνίδης, X. Π. (1992) Εισαγωγή στην ελληνική ονοματολογία, Θεσσαλονίκη, Εκδόσεις Κυριακίδη
Γ. Καλλιωρας
Δημοσίευση σχολίου